– Πώς θα ήταν μια ορθόδοξη πολιτική θεολογία;
– Τι θα είχε να πει για τα πιο οξέα διλήμματα της νεωτερικότητας, όπως αυτά ανάμεσα στην ελευθερία και την ισότητα ή ανάμεσα στον πλουραλισμό και την αλήθεια;
– Πώς θα επιδρούσε το εσχατολογικό της όραμα και πώς η έμφασή της στο ήθος της αρετής;
– Τι θα σήμαινε σήμερα η φράση “η Αγία Τριάδα είναι το κοινωνικό μας πρόγραμμα”;
– Για τη νεοελληνική συνθήκη, αλλά και για την οικουμενική;
– Τι κοινότητες δημιουργούνται από την εμπειρία της μεθέξεως, της Θεανθρώπινης κοινωνίας, του κριτικού αποφατισμού;
– Τι μπορεί να σημαίνει η αινιγματική έκφραση του αποστόλου Παύλου ότι ο Θεός διάλεξε τα “μη όντα”, τους “ανύπαρκτους”, και ποιος είναι ο δυναμισμός της (Α’ Κορ. 1, 27-28);
– Ποια η θέση του ψηφιακού, του μετα-ανθρώπινου και του ζωικού στις σύγχρονες κοινότητες;
Αυτά είναι ορισμένα από τα ερωτήματα που θίγονται σε αυτόν τον τόμο.
Η Εκκλησία ως Σώμα Χριστού είναι διακριτή από την πόλιν, την πολιτεία και το κράτος, τα οποία κατ’ ανάγκην περιλαμβάνουν και κάποιες μορφές βίας και καταναγκασμού. Αλλά η εσχατολογική της ελπίδα δεν μπορεί παρά συνεχώς να μπολιάζει, να εμπνέει τις ανθρώπινες κοινότητες, να υπονομεύει τους απολιθωμένους θεσμούς και να σηματοδοτεί ένα πέρασμα από την πολιτική πρόοδο στη μόνη οντολογική πρόοδο που είναι η νίκη επί του θανάτου. Αλλά και να επιστρέφει πίσω στην πολιτική με μια πνοή του Πνεύματος που ακούμε τη φωνή Του, αλλά δεν ξέρουμε πόθεν έρχεται και πού πηγαίνει (Iω. 3,8).
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.