Ήταν αδύνατο να ξεχωρίσω τα όρια, που το χώριζαν απ’ τη γύρω πραγματικότητα. Θα μπορούσε ν’ ανήκει εξίσου καλά στο μύθο -ή και στο θρύλο-, που σαν το λεπτό μαγνάδι τύλιγαν τον ηρωικό και μαρτυρικό τόπο του χωριού. Όλοι μιλούσαν, μα κανείς δεν έβαζε το χέρι του στη φωτιά, πως το είχε κάποτε αντικρύσει με τα μάτια του. Άκουγα τους παππούδες και τους άλλους μεγαλύτερούς μου να μιλάνε για το γεράκι, λες και μιλούσαν για κάποιο στοιχειό του τόπου. Μ’ ένα αίσθημα φόβου, μα και θαυμασμό μαζί. Ήταν ένα τεράστιο πουλί, με φτερούγες σκούρες καφετιές, που όταν τις άπλωνε μπορούσε να κρύψει και τον ήλιο! Πετούσε στα ψηλά βουνά, μα κατοικούσε στην κορφή του προφήτ’ Ηλία. Πάνω από την εκκλησιά του, στα βράχια τα σκισμένα και τ’ απόκρημνα, όπου κανείς δεν τολμούσε να πλησιάσει. Εκεί μέσα ήταν κάτι τρύπες σκοτεινές, βαθειές σπηλιές, όπου κανείς δεν μπόρεσε ποτέ να μπει. Εκεί ήταν το βασίλειό του. […]
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.